για τις καταλήψεις και την καταστολή

Η κυβέρνηση της ΝΔ ήδη από τους πρώτους μήνες διακυβέρνησης έδωσε το στίγμα της πολιτικής της, ξεπληρώνοντας τα ακροδεξιά της γραμμάτια και τις προεκλογικές τις υποσχέσεις σχετικά με τη διαχείριση του μεταναστευτικού και των κοινωνικών κινημάτων.

Η κατάργηση του υπουργείου μετανάστευσης και η ενσωμάτωσή του στο υπουργείο προστασίας του πολίτη, η κατάργηση του ΑΜΚΑ για τους μετανάστες / πρόσφυγες, όπως και της δευτεροβάθμιας επιτροπής εξέτασης ασύλου είναι μόνο λίγα από τα μέτρα που πήρε η ΝΔ, ως κυβέρνηση, κάνοντας εμφανείς τις μισαλλόδοξες, ρατσιστικές και αντικοινωνικές τάσεις της.

Μέσα σε αυτό το κλίμα γενικευμένης επίθεσης, απέναντι σε συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα, οι επιχειρήσεις εκκενώσεων καταλήψεων δεν αποτελούν καινούρια τακτική καταστολής αλλά τη συνέχεια μιας πολιτικής που ξεκίνησε επί πρωθυπουργίας Σαμαρά, και συνεχίστηκε με επιτυχία από την κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ. Ήταν αναμενόμενο λοιπόν η, ακροδεξιάς κοπής, κυβέρνηση της ΝΔ να συνεχίσει να επιτίθεται σε κάθε δομή που υπερασπίζεται και προτάσσει την κοινωνική ελευθερία.

Για εμάς οι καταλήψεις αποτελούν τους κατ’ εξοχήν χώρους όπου μεγαλώνει και αναπτύσσεται η αυτοοργάνωση και η αλληλεγγύη.

Τα πολιτικά και κοινωνικά εγχειρήματα που στεγάζονται σε κατειλημμένους χώρους, τόσο στην Αθήνα, όσο και σε άλλες πόλεις της χώρας ς. Από το 2015 και μετά, με τη ραγδαία αύξηση του αριθμού των μεταναστών / τριών προέκυψε η κατεπείγουσα ανάγκη για φιλοξενία, στέγαση και κάλυψη διαφόρων αναγκών των ανθρώπων, που μετά κόπων και βασάνων έφτασαν στη χώρα μας. Καθώς ένας τεράστιος αριθμός μεταναστών έφτανε από τα νησιά στην Αθήνα, που συνήθως αποτελούσε έναν ενδιάμεσο σταθμό του ταξιδιού τους, ένα κύμα αλληλεγγύης ενεργοποιήθηκε και βρέθηκε δίπλα σε αυτούς. Η ανάγκη για πιο οργανωμένη φροντίδα και στέγαση οδήγησε στη δημιουργία των πρώτων καταλήψεων μεταναστών, στο κέντρο της πόλης. Οι καταλήψεις λειτουργούσαν στη λογική της αυτοοργάνωσης με συμμετοχή αλληλέγγυων και των ίδιων των ανθρώπων που ζούσαν σε αυτές. Στα επί χρόνια άδεια και εγκαταλελειμμένα κτίρια φιλοξενήθηκαν χιλιάδες οικογένειες, άντρες και γυναίκες που εκτός από στέγη, τροφή και ρουχισμό βρήκαν κάποια ασφάλεια, χώρο κοινωνικοποίησης καθώς και σχολεία για να στείλουν τα παιδιά τους. Οι περισσότερες από αυτές τις καταλήψεις που, τόσο βίαια και απάνθρωπα, εκκένωσε το κράτος λειτουργούσαν με πυξίδα την ένταξη αυτών των ανθρώπων στον κοινωνικό ιστό σε αντίθεση με τα αποκεντρωμένα camp που τους απομονώνουν και τους αορατοποιούν. Έτσι χτίστηκαν σχέσεις τόσο μεταξύ τους, όσο και με τη γειτονιά και τον αλληλέγγυο κόσμο, ο οποίος μέχρι και σήμερα ( και σε αντίθεση με το κράτος), στάθηκε δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους και τα παιδιά τους.

Αυτά είναι τα -λεγόμενα από κυβέρνηση και ΜΜΕ – «κέντρα ανομίας» –που εκκενώθηκαν. Πάνοπλοι αστυνομικοί μπήκαν ψάχνοντας για ναρκωτικά και όπλα και βγήκαν με λούτρινα αρκουδάκια, στέλνοντας εκατοντάδες ανθρώπους σε απομακρυσμένα κέντρα κράτησης και φυλακές, τσακίζοντας για ακόμα μια φορά την, ήδη, εύθραυστη καθημερινότητα τους.

Όλο αυτό το σκηνικό διαδραματίζεται κατά κύριο λόγο στα Εξάρχεια που στοχοποιούνται διαχρονικά και ιδιαίτερα από την κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία επενδύει επικοινωνιακά στην «εξάρθρωση της εγκληματικότητας» στην περιοχή. Με επιχειρήσεις σκούπα, μετανάστες και κάτοικοι αντιμετωπίζονται σαν «ανθρώπινα σκουπίδια», την ίδια στιγμή που οι ναρκέμποροι συνεχίζουν ανενόχλητοι τις μπίζνες τους.

Σύμφωνα μάλιστα με τον βουλευτή της ΝΔ, τον Θάνο Πλεύρη, η κυβέρνηση θα φροντίσει να αποκτήσει η περιοχή των Εξαρχείων «κανονική εγκληματικότητα», καθιστώντας σαφές πως δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για τα ουσιαστικά ζητήματα της γειτονιάς, αλλά στόχος της είναι να εξουδετερώσει όσες πολιτικές συλλογικότητες και κατοίκους αντιστέκονται και διεκδικούν τις ζωές τους κόντρα στον κρατικό σχεδιασμό˙ ενδιαφέρεται δηλαδή να καταστείλει την πολιτική και όχι την αμιγώς εγκληματική δραστηριότητα που λαμβάνει χώρα στη γειτονιά.

Μια κυβέρνηση νεοφιλελεύθερων ακροδεξιών που αντιμετωπίζει την κοινωνία ως εχθρό της, αποδεικνύοντας για ακόμη μία φορά πως η βία είναι προνόμιο του κράτους και ως τέτοιο χρησιμοποιείται απέναντι στα σώματα των από κάτω. Πρωτοκλασάτοι υπουργοί και μέλη της κυβέρνησης, όπως ο Άδωνης Γεωργιάδης, φαντασιώνονται σπασμένες πόρτες (ή και κεφάλια) προκρίνοντας και νομιμοποιώντας την ένστολη βία, αφήνοντας στο απυρόβλητο τους διεστραμμένους άντρες των σωμάτων ασφαλείας.

Γίνεται λοιπόν ξεκάθαρο πως στην πραγματικότητα, αυτό που επιθυμούν είναι να αφανίσουν τον «εσωτερικό τους εχθρό», τον κόσμο του αγώνα και της αλληλεγγύης, για να παραδώσουν τα Εξάρχεια, καθαρά πλέον, στα συμφέροντα των real estate εταιριών, στις χρυσές βίζες και στη ζήτηση του airbnb τουρισμού, που θα επιλέξει να μείνει στη γειτονιά για να καταναλώσει εικονική επανάσταση. Αυτή μάλλον θα είναι και η κατάληξη κάθε γειτονιάς που δεν θα προσπαθήσει να αντισταθεί και να διεκδικήσει τους δημόσιους χώρους της, καθώς και τα δικαιώματα των κατοίκων της απέναντι στον πόλεμο των ενοικίων που συντελείται στο κέντρο της πόλης μας.

 

για μια σύνδεση με την γειτονιά

Προσπαθώντας να μιλήσουμε συλλογικά για τα εγχειρήματα που μπαίνουν κάτω από τον γενικό όρο κατάληψη, δεν γίνεται παρά να αναγνωρίσουμε το πόσο διαφορετικά είναι μεταξύ τους: στην υπόσταση, στον λόγο και στη διαδρομή τους. Για να βρούμε τα χαρακτηριστικά που συνέχουν αυτήν την πολύμορφη εμπειρία, ξεκινήσαμε από τον τρόπο και την αιτία της γέννησης όσων εγχειρημάτων αναγνωρίζουμε ως συγγενικά: δημιουργήθηκαν για να απαντήσουν στις ανάγκες κοινωνικών αγώνων και διεκδικήσεων, αποτελούν ένα από τα μέσα αναπαραγωγής και έναν από τους τρόπους και τόπους συγκρότησης όσων αναγνωρίζουν τον εαυτό τους ως κομμάτι των “από τα κάτω”.

Στο βαθμό που αυτή η οργανική σύνδεση με τους αγώνες και τις ανάγκες των από τα κάτω παραμένει ενεργή, οι καταλήψεις συνεχίζουν να είναι ο τόπος και ο τρόπος οργάνωσής μας, σε όλες τις μορφές τους. Συγκροτούν το δικό μας δημόσιο χώρο, γίνονται ανάχωμα σε κεντρικούς σχεδιασμούς αντίθετους στα συμφέροντά μας, είναι τα σημεία όπου οι σχέσεις κυριαρχίας και αλλοτρίωσης συναντούν τα όρια τους και από όπου εκβάλουν προς τα έξω σχέσεις αλληλεγγύης και αυτοοργάνωσης. Εδώ και τώρα, οι καταλήψεις, με την ίδια τους την ύπαρξη, με τον λόγο και τη δράση τους, είναι ήδη ανάχωμα, τόποι που αντιστέκονται και αμφισβητούν, ανάμεσα σε άλλα, τη διαδικασία εξευγενισμού που βιώνουμε, την επέλαση του airbnb και της τουριστικοποίησης, είτε αυτές οι διαδικασίες αναγνωρίζονται ως κεντρικός σχεδιασμός είτε ως μια στιγμή της κίνησης του κεφαλαίου.

Ας προσπαθήσουμε όλοι και όλες να σταθούμε για λίγο αντιμέτωπες με την πραγματικότητα της καθημερινότητας μας, παίρνοντας απόσταση από την κατασκευασμένη εικόνα που τα ΜΜΕ και ο κυρίαρχος λόγος προσπαθούν να μας επιβάλλουν. Ας προσπαθήσουμε να θυμηθούμε ή να φανταστούμε εμείς οι ίδιοι το μέλλον που θέλουμε για τις γειτονιές μας. Αν θέλουμε ανοιχτούς δημόσιους χώρους πρασίνου, αν θέλουμε τους γείτονες και τις γειτόνισσες μας, ανοιχτές συνελεύσεις γειτονιών για τη διεκδίκηση των συμφερόντων και των ζωών μας με σεβασμό και στήριξη προς όλους. Η άλλη επιλογή που μας προσφέρεται είναι γειτονιές θεματικά πάρκα, αστυνομοκρατούμενες, αποστειρωμένες και μόνο για λίγους.